Τον Ιούλιο του 2019 η Ν.Δ. κατάφερε να κερδίσει την ψήφο της πλειοψηφίας, υποσχόμενη φοροελαφρύνεις στα μεσαία εισοδήματα, εκκένωση του κρατικού μηχανισμού από «κομματικούς», κατ’ ουσίαν επαναδιαπραγμάτευση του Μακεδονικού και σκληρή στάση έναντι της Τουρκίας, αναπτύσσοντας παράλληλα τη «θεωρία των αρίστων».
Μια θεωρία που βασίζονταν στην απλουστευτική σκέψη ότι οι προηγούμενοι ήταν άχρηστοι, ανίκανοι, ανεκπαίδευτοι και στο ότι «εμείς έχουμε στελέχη έμπειρα διοίκησης, που θα διεκπεραιώνουν κατά τρόπο άριστο τις κρατικές υποθέσεις».
Με αυτή την υποσχεσιολογία -και φυσικά με την αμέριστη βοήθεια των ΜΜΕ- κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές.
Αντί εφαρμογής των υποσχέσεών της, η Ν.Δ. εφάρμοσε από την αρχή ένα ακραία νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα, το οποίο ήδη στο 4ο τρίμηνο του 2019 είχε οδηγήσει την οικονομία σε ύφεση, συμπιέζοντας ταυτόχρονα το εργατικό κόστος με διάφορα νομοθετήματα και ασκώντας μια πολιτική ακραία ταξική κατά των μικρών και μεσαίων εισοδημάτων.
Η Ν.Δ., όμως, για να μην απολέσει τη στήριξη των στρωμάτων, που τη στήριξαν στις εκλογές, ξεκίνησε να εφαρμόζει μία παράλληλη τακτική, με τον οικονομικό νεοφιλελευθερισμό σε κοινωνικά ζητήματα.
Στελέχη της, υπουργοί και βουλευτές, προερχόμενοι από το ΛΑΟΣ και άλλες ακραίες δεξιές πολιτικές δυνάμεις και εφαλτήρια, ξεκίνησαν να καλλιεργούν την ιδέα του «εσωτερικού εχθρού».
Το θεώρημα είχε μια βασική αρχή. Ότι «ναι, μπορεί και να σας εμπαίξαμε στα οικονομικά, μπορεί να σας φτωχοποιήσαμε, μπορεί να περάσαμε το νέο πτωχευτικό κώδικα και θα χάσετε τα σπίτια σας, αλλά αν δεν μας στηρίζετε θα έρθουν στην εξουσία δυνάμεις αντεθνικές, αντικοινωνικές, αντιθρησκευτικές». Ότι «πλέον θα απολέσετε βασικές αρχές της κοινωνικής σας ζωής». Ότι «οι άλλοι επιβουλεύονται τον θεσμό της οικογένειας, θα τεθούν απέναντι στο θρήσκευμά σας, είναι έτοιμοι να παραδώσουν και εθνικό έδαφος».
Το ελληνικό «Tea Party» ήταν γεγονός. Με ένα remix ακραίου νεοφιλελευθερισμού και ακραίου εθνολαϊκισμού. Mε τη στήριξη της πλειονότητας των ΜΜΕ και των ιδιοκτητών τους, προφανώς λόγω της σύμπνοιας συμφερόντων με την κυβέρνηση.
Σε αυτή τη ζοφερή κατάσταση, η οποία δεν έχει να ζηλέψει και πολλά από τη Δεξιά των δεκαετιών του ’50 και του‘60 , οι προοδευτικές δυνάμεις, εκτός από την ολιστική απάντηση σε ζητήματα της καθημερινότητας του πολίτη, που από την αρχή της πανδημίας δίνουν με επιτυχία με συγκροτημένα προγράμματα, όπως τα «Μένουμε Όρθιοι 1 & 2», πρέπει να προτάξουν παράλληλα το ζήτημα του κινδύνου που διατρέχει πλέον η Δημοκρατία.
Και αυτή τη φορά, η Δημοκρατία δεν κινδυνεύει από άρματα μάχης.
Η Δημοκρατία κινδυνεύει από τη μονομερή παρουσίαση της πραγματικότητας από τα ΜΜΕ, από τη γενικευμένη αστυνομοκρατία και επιβολή μέτρων στα όρια και πολλές φορές υπεράνω των προβλέψεων του Συντάγματος, από τη δημιουργία μιας κοινωνικής κατάστασης όπου η κυβέρνηση και τα συνεργαζόμενα με αυτή ΜΜΕ θα παρουσιάζουν τον φτωχοποιημένο πλέον Έλληνα, που διαμαρτύρεται, από «γραφικό» και «ψεκασμένο» ως «εχθρό του κράτους, της νομιμότητας και του κλίματος ηρεμίας».
Στο ελληνικό «Tea Party» πρέπει να δοθεί μαζική, συντονισμένη, πολιτική απάντηση από τις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας.