*Ο Νίκος Λύτρας είναι δικηγόρος, μέλος του συντονιστικού του τμήματος Αθλητισμού του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, μέλος της Ν.Ε. Νότιας Αθήνας
Παρακολουθώντας τον διάλογο που έχει ανοίξει το τελευταίο διάστημα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία προκύπτουν δύο βασικές παρατηρήσεις:
Η πρώτη αφορά στην ειλικρινή αγωνία των στελεχών για τον τρόπο που ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. πρέπει να μετεξελιχθεί, ώστε να διεκδικήσει με όρους νίκης τη διακυβέρνηση στις επόμενες εκλογές, οι οποίες, κατά πάσα πιθανότητα, θα διεξαχθούν εντός του 2022.
Η δεύτερη έγκειται στην ύπαρξη, δυστυχώς, ενός φοβικού συνδρόμου για τη διαδικασία της διεύρυνσης, συνοδευόμενη από μία ιδεολογική και πολιτική περιχαράκωση του χώρου, από την πάλαι ποτέ ανανεωτική έως τη ριζοσπαστική αριστερά, που επηρεάζει βασικά ζητήματα τακτικής και δράσης.
Προκειμένου να αναλύσουμε περαιτέρω και να καταλήξουμε σε μια στρατηγική πρέπει να προχωρήσουμε σε μια σκληρή παραδοχή. Τα τελευταία 48 χρόνια της Μεταπολίτευσης η Αριστερά, υπό τη στενή έννοια, στην Ελλάδα είναι μειοψηφική στην κοινωνία.
Ακόμα και μετά τη μεταπολίτευση με την έντονη πολιτικοποίηση και τη στράτευση μεγάλου μέρους της κοινωνίας σε κόμματα και οργανώσεις της Αριστεράς, η Αριστερά δεν κατάφερε σε καμία εκλογική αναμέτρηση να ξεπεράσει σωρευτικά το ποσοστό του 15%.
Το μεγαλύτερο ποσοστό της ήταν το 13% του Ενιαίου Συνασπισμού στις εκλογές του Ιουνίου του 1989, όπου οι τότε ηγέτες της ήλπιζαν ότι θα καρπωθούν ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, το οποίο βαρύνονταν με σκάνδαλα και με τον Ανδρέα Παπανδρέου στα πρόθυρα του Ειδικού Δικαστηρίου.
Αντί αυτού, όμως, ο τότε Συνασπισμός κινήθηκε στο 13%, για να πέσει μερικούς μήνες αργότερα στο 10% , ενώ το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου έφτασε το 40%.
Στην 25ετιά σχεδόν 1990 – 2012 η Αριστερά δεν κατόρθωσε ποτέ να συγκεντρώσει, έστω σωρευτικά, ποσοστά άνω του 10%. Η διάλυση του χώρου του ΠΑΣΟΚ, η δεξιά στροφή του, η ταύτιση του ΠΑΣΟΚ με τα Μνημόνια και η συγκυβέρνησή του με τη Δεξιά την περίοδο 2010-2012 έφερε τον λαϊκό, προοδευτικό και δημοκρατικό κόσμο του ΠΑΣΟΚ στον πλησιέστερο σε αυτόν ιδεολογικά πολιτικό σχηματισμό, τον Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, που από το 4% εκτοξεύθηκε το 2012 στο 27% και το 2015 στο 36%.
Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι τα εκατομμύρια του κόσμου αυτού, που μετακινήθηκαν εκλογικά και ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογικές αναμετρήσεις του 2012, του 2015 και του 2019, δεν έγιναν ξαφνικά οπαδοί ούτε του μαρξισμού – λενινισμού, ούτε του ευρωκομμουνισμού του Μπερλίνγκουερ, ούτε του τροτσκισμού. Αυτός ο κόσμος παρέμεινε βαθιά δημοκρατικός και προοδευτικός, με υψηλό το αίσθημα για κοινωνική δικαιοσύνη, εθνική ανεξαρτησία, κοινωνική αλληλεγγύη. Ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ ως τον μοναδικό φορέα που μπορούσε και μπορεί να ανταπεξέλθει στα οράματά του.
Από την άλλη πλευρά, όμως, ιδιαίτερο προβληματισμό πρέπει να προκαλεί το γεγονός ότι η μαζική του στήριξη στον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία δεν συνοδεύτηκε από τη συμμετοχή του ως μέλη στον κομματικό σχηματισμό. Η περιρρέουσα, αλλά και εντέχνως διαρρέουσα, ατμόσφαιρά περί ενός κλειστού ιδεολογικού και πολιτικού club από συντρόφους, οι οποίοι ιδεολογικά κινούνται από την ανανεωτική έως τη ριζοσπαστική αριστερά, ενήργησε αποτρεπτικά στην ενεργή ενασχόλησή του με το τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., εφόσον πίστευαν ότι δεν θα είχαν κανέναν ουσιαστικό ρόλο και συμβολή.
Η επίλυση της ως άνω δυσλειτουργίας τέθηκε ως προτεραιότητα μετά την εκλογική αναμέτρηση του Ιουλίου 2019, όταν υιοθετήθηκε, με πρωτεργάτη τον Πρόεδρο Αλέξη Τσίπρα, η στρατηγική της διεύρυνσης, ώστε να πληθύνουν οι Οργανώσεις, με τη συμμετοχή ειδικά του προοδευτικού κόσμου, και να αντιστοιχηθεί σε αριθμούς ο εκλογικός ΣΥΡΙΖΑ με τον κομματικό ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία. Και πάλι όμως τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά.
Γιατί η στρατηγική της διεύρυνσης δεν έχει τα αποτελέσματα που αναμένονταν;
Διότι τα εκατομμύρια των προοδευτικών – δημοκρατικών πολιτών, που στηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία στην κάλπη με την ψήφο τους, ακόμα και τώρα νοιώθουν ως ξένο ιδεολογικά και πολιτικά τον κομματικό ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.
Διότι αντιλαμβάνονται, ότι ο κομματικός ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία κινείται μεταξύ ανανεωτικής-ριζοσπαστικής αριστεράς και κατά αυτόν τον τρόπο ο προοδευτικός κεντρώος, ο πάλαι ποτέ κεντροαριστερός, ο σοσιαλδημοκράτης, θέτει εαυτόν εκτός κομματικού ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.
Η επιτυχία ή η αποτυχία της διεύρυνσης εξαρτάται από την ιδεολογική και πολιτική μετεξέλιξη του κόμματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία αποτελεί στην πράξη το κύριο πολιτικό σχήμα των προοδευτικών δυνάμεων στην Ελλάδα. Οι προοδευτικές και δημοκρατικές δυνάμεις κινούνται ιδεολογικά από το χώρο του προοδευτικού και δημοκρατικού Κέντρου ως τις κοινωνικές δυνάμεις της Αριστεράς.
Για να αντιστοιχηθεί ο κομματικός ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. με τον κοινωνικό ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και να έχει επιτυχία η στρατηγική της διεύρυνσης πρέπει ιδεολογικά και πολιτικά ο ΣΥΡΙΖΑ να μετεξελιχθεί από κόμμα της Αριστεράς σε παράταξη, η οποία θα εκφράζει όλον τον δημοκρατικό και προοδευτικό κόσμο της χώρας, ο οποίος κινείται ιδεολογικά και πολιτικά από το Δημοκρατικό Κέντρο έως την Κοινωνική Αριστερά, με κυρίαρχο ιδεολογικό στίγμα τη Σοσιαλδημοκρατία, την Αριστερή Σοσιαλδημοκρατία.
Μία Σοσιαλδημοκρατία, η οποία παρά τις παλινωδίες της και τον ιδεολογικό της μαρασμό την τελευταία εικοσαετία στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, είναι συνυφασμένη στη συνείδηση των πολιτών με το Κοινωνικό Κράτος, τη Δημόσια Παιδεία και Υγεία, τη στρατηγική εξάλειψης των κοινωνικών ανισοτήτων, τη Δημοκρατία, την Κοινωνική Δικαιοσύνη.
Με δεδομένο ότι απέναντι υπάρχει παράταξη -η Ν.Δ. αποτελεί παράταξη, που κινείται μεταξύ Συντηρητικού Κέντρου ως τις παρυφές της Εθνικιστικής Δεξιάς- με κυρίαρχο ιδεολογικό στίγμα, αυτό του νεοφιλελευθερισμού, πρέπει και στον προοδευτικό χώρο να υπάρχει παράταξη, η οποία θα αντιπαλέψει τη δεξιά πολιτική της Ν.Δ. και θα διεκδικήσει με όρους Κοινωνικής Συμπαράταξης των μεσαίων στρωμάτων, των μικρομεσαίων, του κόσμου της εργασίας, της νεολαίας, της τρίτης ηλικίας, όλων αυτών που παλαιότερα αποκαλούνταν «μη προνομιούχοι Έλληνες», τη νίκη και την εξουσία στις επόμενες εκλογές.
Διότι οι ιδεολογικές αναζητήσεις είναι καλές και χρήσιμες όταν έχουν ένα πρακτικό αποτέλεσμα, το οποίο στην πολιτική δεν είναι άλλο από την έμπρακτη εφαρμογή της πολιτικής. Αλλιώς από κόμμα εξουσίας, δηλαδή κόμμα που είναι στα πρόθυρα της διακυβέρνησης, καταλήγεις «φιλοσοφικός όμιλος», διαρκώς αντιπολιτευόμενος.
Και ο προοδευτικός κόσμος θέλει την πολιτική του να εφαρμόζεται και όχι απλώς να αναλύεται εσωκομματικά.
Και ο τρόπος που ο προοδευτικός κόσμος θα δει την πολιτική του να εφαρμόζεται από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία από κόμμα να γίνει παράταξη.